Ο Ισαάκ Νεύτων και η Αλχημεία

στις

Ο Ισαάκ Νεύτων, όπως ο Άλμπερτ Αϊνστάιν, είναι ένα πεμπτουσιακό σύμβολο της ανθρώπινης διάνοιας και της δυνατότητάς της να αποκωδικοποιεί τα μυστικά της φύσης. Θεωρείται μια από τις σημαντικότερες προσωπικότητες της φυσικής και των θετικών επιστημών και απέκτησε σημαντική φήμη με το έργο του Philosophiae naturalis principia mathematica, (Μαθηματικές Αρχές της Φυσικής Φιλοσοφίας) (1687). Οι θεμελιώδεις συνεισφορές του στην επιστήμη περιλαμβάνουν μεταξύ άλλων τον ποσοτικό προσδιορισμό της βαρυτικής έλξης, την ανακάλυψη ότι το λευκό φως είναι στην πραγματικότητα μίγμα αμετάβλητων φασματικών χρωμάτων και τη διατύπωση του διαφορικού λογισμού (calculus), για τον οποίο βέβαια συγκρούστηκε με τον μαθηματικό και φιλόσοφο Λάιμπνιτς.newton5

Όμως υπάρχει και μια άλλη σχετικά άγνωστη, μυστηριώδης πλευρά αυτού του λαμπρού επιστήμονα, μια δραστηριότητά του που κράτησε περίπου τριάντα χρόνια, αν και την κράτησε επιμελώς κρυμμένη από τους συγχρόνους και τους συναδέλφους του. Αναφερόμαστε στη συμμετοχή του Νεύτωνα στην μαθητεία της αλχημείας, ή όπως αναφερόταν συχνά στα μέσα του δέκατου έβδομου αιώνα στην Αγγλία, της Χυμείας.

Ο Νεύτων έγραψε και μετέγραψε περίπου ένα εκατομμύριο λέξεις σχετικά με το θέμα της αλχημείας, από τις οποίες μόνο ένα ελάχιστο τμήμα έχει δημοσιευθεί σήμερα[1] . Τα αλχημικά χειρόγραφά του περιλαμβάνουν ένα πλούσιο και διαφορετικό σύνολο τύπων εγγράφων, ανάμεσα στα οποία συμπεριλαμβάνονται σημειώσεις εργαστηρίων, περιγραφές των αλχημικών ουσιών και των διαδικασιών, μεταγραφές από άλλες πηγές, ακόμη και ποίηση.

Η αποκάλυψη

Newton-1Το 1936, ο κόσμος της επιστήμης δέχθηκε έναν ισχυρό κλονισμό. Εκείνη τη χρονιά ο οίκος δημοπρασιών Σόουθμπι έφερε στο φως της δημοσιότητας μια συλλογή 329 τμημάτων των χειρογράφων του Νεύτωνα, το ένα τρίτο των οποίων ήταν αναντίρρητα αλχημικό. Αυτά τα χειρόγραφα, τα οποία είχαν ταξινομηθεί ως «μη δόκιμα για έκδοση» μετά τον θάνατό του το 1727, ξεσήκωσαν πλήθος ερωτηματικών το 1936, που παραμένουν ακόμα και σήμερα. Ήταν ο θεμελιωτής της κλασικής φυσικής αλχημιστής; Και αν ήταν, τι μπορεί να σημαίνει κάτι τέτοιο; Ενασχολήθηκε με την αλχημεία για επιστημονικούς λόγους, ή απλά επειδή τον παρέσυρε το αρχαίο όνειρο της μετατροπής των μετάλλων σε χρυσό; Ανακάλυψε ο Νεύτωνας κάποια μυστική θεολογία στα αλχημικά κείμενα, τα οποία περιγράφουν συχνά το μυστικό της μετουσίωσης ως ειδικό δώρο που αποκαλύπτεται από τον Θεό στους εκλεκτούς του; Ή μήπως ένιωσε κάποια ιδιαίτερη έλξη για την εικονογραφία της αλχημείας, με τις απεικονίσεις ερμαφρόδιτων, τους δηλητηριώδεις δράκοντες, τα πράσινα λιοντάρια, και τους θνήσκοντες φοίνικες;

Φυσικά κανένα από τα παραπάνω ερωτηματικά δεν είναι δυνατόν να απαντηθούν από το γεγονός ότι οι εργαστηριακές σημειώσεις του Νέυτωνα, ακόμα και εκείνες που περιγράφουν την πρώτη πλήρη περιγραφή της ανακάλυψής του ότι το λευκό φως είναι στην πραγματικότητα ένα μίγμα αμετάβλητων φασματικών χρωμάτων, είναι γεμάτες με συνταγές που διαμορφώνονται προφανώς από αλχημικές πηγές, εμφανείς στα χειρόγραφα που πωλήθηκαν από τους Σόουθμπι το 1936. Εδώ, παράλληλα με τις ερμηνείες των οπτικών και φυσικών φαινομένων, όπως η πήξη και ο βρασμός, ανακαλύπτουμε την «Τρίαινα του Ποσειδώνα», το «Κηρυκείον του Ερμή» και φυσικά τον «Πράσινο Λέοντα. Όλα αυτά βέβαια συμβολίζουν ουσίες προερχόμενες από τις αλχημικές αναγνώσεις του Νεύτωνα. Όποιος και αν ήταν ο στόχος του Νεύτωνα, είναι φανερό ότι δεν μπορεί να βάλει κανείς διαχωριστική γραμμή ανάμεσα στις αλχημικές και τις επιστημονικές προσπάθειές του.

Με τον όρο χυμεία περιγράφεται συνήθως το σύνολο των αλχημικών ερευνών της εποχής του Νεύτωνα. Στις αρχές της περιόδου που αποκαλούμε συνήθως σύγχρονο κόσμο, η χυμεία εξαπλωνόταν σε τρεις βασικές περιοχές. Κατ’ αρχήν, οι χυμικοί διεκδικούσαν μια μεγάλη ομάδα τεχνολογιών οι οποίες βρέθηκαν στην πρώτη γραμμή της πρώιμης σύγχρονης φαρμακολογίας. Με αυτές τις τεχνολογίες δόθηκε νέα έμφαση στα ορυκτογενή φάρμακα και ασκήθηκε μια εξίσου σημαντική πίεση για τη χρήση των εργαστηριακών τεχνολογιών όπως η απόσταξη και η εξάχνωση στην παραγωγή φαρμάκων. Η χυμική ιατρική ή ιατροχημεία ήταν ένας από τους σημαντικούς νέους τομείς της πρώιμης σύγχρονης ιατρικής επιστήμης και το δεύτερο βασικό τμήμα των ιατρικών σπουδών. Εντέλει, η προσπάθεια δημιουργίας χρυσού από διάφορα υλικά, προσπάθεια που αναφέρονται συχνά με τον ελληνικό όρο χρυσοποιεία, παρέμεινε βιώσιμο ερευνητικό πρόγραμμα για τους χυμικούς του δέκατου έβδομου αιώνα. Ο Νεύτων ανακατεύτηκε και με τους τρεις σημαντικούς κλάδους της χυμείας σε ποικίλους βαθμούς και θα ήταν σημαντικό να διερευνηθεί πώς η χυμική τεχνολογία σχετιζόταν με τις άλλες επιστημονικές επιδιώξεις του.

Σύμβολα

Η χρήση των αλχημικών συμβόλων από μέρους του Νεύτωνα ήταν δημιουργική και ανορθόδοξη. Όπως οι περισσότεροι αλχημιστές, χρησιμοποίησε τα πλανητικά σύμβολα για τα γνωστά μέταλλα, και χρησιμοποιημένα τυποποιημένα σύμβολα για τις κοινές ουσίες όπως το αμμωνιακό άλας (χλωρίδιο αμμωνίου), η τρυγία (ανθρακικό άλας καλίου), το βιτριόλιο (θειικό άλας σιδήρου και χαλκού) και τα ισχυρά οξέα. Ωστόσο, εκτός από αυτά και άλλα καλά γνωστά σύμβολα, δημιούργησε ένα πλήθος προσωπικών εικονογραμμάτων. Τα ευκολότερα για αποκρυπτογράφηση είναι τα σύμβολα του Νεύτωνα για τα μεταλλεύματα. Στο στερεότυπο αληχμικό σύμβολο προστίθεται ένα «o» (από το ore =μετάλλευμα). Τα υπόλοιπα σύμβολα είναι δυσκολότερο να ερμηνευθούν καθώς ο ίδιος ο Νεύτων δεν τα αποδικωποιεί. Φαίνεται πάντως πως με την οριζόντια γραμμή υποδεικνύει το άλας, με τον σταυρό πάνω από τον κύκλο υποδεικνύει την αντιμονική ένωση και με τον αστερίσκο την πτητικότητα[2]. Ακολουθεί πίνακας με τα συχνότερα απαντώμενα σύμβολα:

newton-alchemistΤο εγχείρημα «Χυμεία του Ισαάκ Νεύτωνα»

|Χάρη στις έρευνες των Ντομπς (B.J.T. Dobbs), Γουέστφολ (Richard Westfall) και Φιγκάλα (Karin Figala), είναι πλέον γνωστό ότι ο Ισαάκ Νεύτων έγραψε τουλάχιστον εκατό τριάντα ένα χειρόγραφα, συνολικά ένα εκατομμύριο λέξεις περίπου, για το θέμα της αλχημείας. Παρά το γεγονός ότι ένα μεγάλο μέρος αυτού του υλικού είναι διαθέσιμο στους μελετητές μετά την πώλησή του από το Σόουθμπι το 1936, οι στόχοι και τα πρωτόκολλα της συνολικής αλχημικής ενασχόλησης του Νεύτωνα παραμένουν ανεπαρκώς κατανοητά και το μεγαλύτερο τμήμα των χειρογράφων παραμένει ανέκδοτο και κατά ένα μεγάλο μέρος μη χρονολογημένο[3]. Αυτό είναι εκπληκτικό, δεδομένης της έντονης ακαδημαϊκής προσήλωσης στα φιλοσοφικά, μαθηματικά και φυσικά κείμενα του Νεύτωνα. Κι όμως παρά τη συγκαλυμμένη φύση τους, τα αλχημικά χειρόγραφα σχημάτισαν τη βάση ισχυρών αναθεωρητικών δηλώσεων για τη συνολική φύση του επιστημονικού του έργου. Ήδη το 1946 ο Τζoν Κέινς (John Maynard Keynes) χρησιμοποίησε ως δικαιολογία τα αλχημικά κείμενα για τον περίφημο ισχυρισμό του ότι «ο Νεύτων δεν ήταν ο πρώτος του αιώνα της λογικής. Ήταν ο τελευταίος των μάγων«[4]. Η Ντομπς, από την άλλη, εξέφρασε την άποψη (1975) στο Foundations of Newton’s Alchemy, (Θεμέλια της Αλχημείας του Νεύτωνα), ότι η θεωρία για την βαρυτική έλξη προερχόταν από την αλχημική έρευνά του. Εξαναγκασμένη από την περαιτέρω έρευνά της να μετριάσει τούτο τον ισχυρισμό, η Ντομπς Dobbs κατέληξε το 1991 στο συμπέρασμα στο Janus Faces of Genius (Ιανός:Πρόσωπα της Διάνοιας) ότι η αλχημεία του Νεύτωνα ήταν πάνω απ’ όλα έκφραση της θρησκευτικότητάς του[5]. Ο Γουέστφολ φαίνεται πως είχε την ίδια άποψη και έβλεπε την αλχημεία ως πηγή της νευτώνειας άποψης για τις βαρυτικές δυνάμεις και τις ενεργητικές αρχές που λειτουργούν στην ύλη[6].

Οι ερμηνείες της αλχημείας του Νεύτωνα που πρόσφεραν οι Ντομπς και Γουέστφολ, αν και θεωρήθηκαν ριζοσπαστικές στα μέσα της δεκαετίας του ’70, δεν έχουν κανένα σοβαρό αντίλογο. Αντίθετα, έγιναν προσφιλείς σε συγγραφείς εκλαϊκευμένης επιστήμης όπως ο Μάικλ Γουάιτ (Michael White), το έργο του οποίου Isaac Newton: The Last Sorcerer (Ισαάκ Νεύτων: Ο Τελευταίος Μάγος) στηρίζεται σε μια αισθητική εικόνα του αλχημιστή Νεύτωνα βασισμένη στο υλικό του πρώιμου έργου της Ντομπς. Γιατί είναι τόσο μικρή η σοβαρή προσπάθεια κατανόησης της αλχημείας του Νεύτωνα δεδομένου του προφανούς ενδιαφέροντος του κοινού και των ιστορικών; Ο σημαντικότερος πιθανώς λόγος βρίσκεται στις δυσκολίες που πρέπει να αντιμετωπίσει οποιοσδήποτε σοβαρός ερευνητής προσπαθήσει να μελετήσει το διασκορπισμένο υλικό. Τα χειρόγραφα, που βρίσκονται συνήθως στο Καίμπριτζ, την Ιερουσαλήμ και τη Μασαχουσέτη, βρίσκονται σε κατάσταση ιδιαίτερης αταξίας. Η κυριότερη αιτία αυτής της αταξίας είναι η επανειλημμένη αποτυχία προγενέστερων ερευνητών να καθορίσουν ποια από τα χειρόγραφα είναι πρωτότυπα και ποια είναι αντιγραμμένα από συγγραφείς που τα χρησιμοποίησαν για δικούς τους σκοπούς[7].

Οι Ντομπς και Γουέστφολ με τη σειρά τους δεν μας παρέχουν κάποια ανάλυση των αλχημικών πηγών του Νεύτωνα, παρόλο που κάτι τέτοιο θα ήταν ένα λογικό πρώτο βήμα για να καθοριστεί ποια κείμενα έγραψε πραγματικά, ποια είναι αντιγραφές και ποια συγχωνεύθηκαν σε συλλογές. Αν και και οι δύο συγγραφείς παρείχαν σημαντικές ιδέες για τους αγαπημένους αλχημιστές του Νεύτωνα, τον Ειρηναίο Φιλαλήθη (George Starkey), τον Μίκαελ Μάιερ (Michael Maier) και τον Γιαν ντε Μόντε Σνάιντερ (Jan de Monte Snyder), δεν προσπάθησαν να προσδιορίσουν όλες τις πηγές σε οποιοδήποτε συγκεκριμένο κείμενο και κατέβαλαν ακόμα μικρότερη προσπάθεια στην επισήμανση των πηγών του Νεύτωνα πέρα από τα διαδοχικά χειρόγραφά του. Ούτε η Ντομπς ούτε ο Γουέστφολ δεν έκανε κάποια συστηματική προσπάθεια ταξινόμησης των διάφορων στοιχείων της αλχημικής συλλογής στο σύνολό της. Αυτό είχε ως αποτέλεσμα να γνωρίζουμε λίγα σήμερα για την χρονολογική ανάπτυξη των ιδεών του Νεύτωνα στην επικράτεια της αλχημείας, παρόλη την αξιοθαύμαστη πρώτη ταξινομητική προσπάθεια των Κάριν Φιγκάλα (Karin Figala), Τζον Χάρισον (John Harrison) και Ούλριχ Πέτζολντ (Ulrich Petzoldt)[8].

Είναι λοιπόν σαφές ότι χρειάζεται μια νέα μελέτη της αλχημείας του Νεύτωνα συνοδευόμενη από μια πλήρη έκδοση των αλχημικών χειρογράφων του. Από την έκδοση του Janus Faces της Ντομπς το 1991, τρεις παράγοντες έκαναν ευκολότερη την κατανόηση και την έκδοση των αλχημικών εγγράφων του Νεύτωνα. Αρχικά, το αλχημικό περιβάλλον στο οποίο εργαζόταν ο Νεύτων είναι σήμερα περισσότερο γνωστό από ό,τι ήταν στη δεκαετία του ’70 και τη δεκαετία του ’80. Επιπλέον έχει μελετηθεί επαρκώς η ζωή και το έργο του Τζορτζ Στάρκι (Ειρηναίος Φιλαλήθης), ο οποίος προσδιορίστηκε από τους Ντομπς και Γουέστφολ ως αγαπημένος αλχημιστής του Νεύτωνα. Επιπλέον, είναι διαθέσιμες αρκετές πληροφορίες για την αλχημεία του συγχρόνου του Ρόμπερτ Μπόιλ -με τον οποίο ο Νεύτωνας διατηρούσε επιστημονική αλληλογραφία- όπως επίσης για τις επιδράσεις του Στάρκι στον Μπόιλ σε ό,τι αφορά στην επιστήμη της χυμείας[9]. Όπως και ο Νεύτων, ο Μπόιλ εντρύφησε σε ένα ερευνητικό αλχημικό πρόγραμμα του Στάρκι. Όπως είναι φυσικό οι δύο βρετανικοί σοφοί αντάλλαξαν «τα μυστικά» που προήλθαν από τον αμερικανό αλχημιστή[10].

Η συνεχιζόμενη έρευνα για τους Στάρκι-Μπόιλ και τα αλχημικά κείμενά τους καθιστά ταυτόχρονα πολύ ευκολότερη την έρευνα για τα αλχημικά ενδιαφέροντα του Νεύτωνα και τα συμφραζόμενά της, την εξακρίβωση των πηγών του.Το κυριότερο είναι ότι εντοπίζει τις πρωτότυπες συνθέσεις του Νεύτωνα από τα σχολιασμένα αντίγραφα, ή ακόμα και το μωσαϊκό των αποκομάτων που ανήκουν σε διάφορους συγγραφείς. Όπως αναφέρει ο Νόιμαν, η διάκριση των αντιγράφων από τα αυθεντικά κείμενα είναι ένα πρόβλημα πρώτου μεγέθους, που επιλύεται μόνο με τη γνώση της αλχημικής φιλολογίας του 17ου αιώνα. Η εξοικείωση με τα αδημοσίευτα χειρόγραφα του Στάρκι επέτρεψε στον Νόιμαν να αποδείξει ότι κακώς η Ντομπς είχε υποστηρίξει πως ανήκε στον Νεύτωνα το θεμελιώδες έργο Clavis, (Κλείδες), το όποιο ήταν στην πραγματικότητα τμήμα μιας επιστολής που γράφτηκε από τον Στάρκι προς τον Μπόιλ το 1651[11].
Όπως έχουν υποστηρίξει οι Λώρενς Πρίνσιπ (Lawrence Principe) και Γουΐλιαμ Νόιμαν (William Newman) σε διάφορες κοινές δημοσιεύσεις τους, είναι τουλάχιστον αναχρονιστικό -αν όχι ανακριβές- να διακρίνουμε την αλχημεία από τη χημεία του 17ου αιώνα[12]. Η προσπάθεια μετατροπής μετάλλων, η χρυσοποιητική τέχνη δηλαδή στη σύγχρονη περίοδο, ήταν μια εύλογη αναζήτηση όσων ασχολούνταν με την ιατροχημεία, την επιστημονική μεταλλουργία και τη χημική τεχνολογία. Το γεγονός ότι ο Νεύτωνας, ο Μπόιλ, ο Λοκ και άλλοι επιφανείς φυσικοί φιλόσοφοι ακολουθούσαν τη χρυσοποιητική τέχνη, δεν υπονοεί κάποια παρέκκλιση από τα πρότυπα του 17ου αιώνα. Αυτός είναι άλλωστε ο λόγος για τον οποίο ερευνητές όπως ο Νόιμαν ή ο Πρίνσιπ υιοθέτησαν τον όρο «χυμεία», για να περιγράψουν μια κατηγορία συγγραφέων που ασχολήθηκε με τούτη την επιστήμη.

Αλλά πώς αυτή η εικόνα μπορεί να επηρεάσει την οποιαδήποτε έρευνα για την αλχημεία του Νεύτωνα σήμερα ή μελλοντικά; Οι Ντομπς και Γουέστφολ τραβήξουν μια ισχυρή διαχωριστική γραμμή μεταξύ της πρώιμης σύγχρονης «αλχημείας» και της «χημείας». Αντλώντας επιλεκτικά στοιχεία από μια διαφορετική εικόνα της αλχημείας, αυτή που διαμορφώθηκε από τον αναλυτικό ψυχολόγο Καρλ Γκούσταβ Γιουνγκ (Carl Jung) και τον Μίρτσεα Ελιάντε (Mircea Eliade), οι δύο αμερικανοί ιστορικοί παρουσίασαν την «αλχημεία» ως μυστική επιστήμη γεμάτη θρησκευτικότητα και τη «χυμεία» ως ανοικτή προσπάθεια στραμμένη σε εγκόσμιες αναζητήσεις όπως η απόσταξη, ο καθαρισμός των μετάλλων και ο καθαρισμός των αλάτων[13]. Αυτός ο διαχωρισμός χρησίμευσε στην πραγματικότητα ως κριτήριο επιλογής για τους δύο επιστήμονες και τους ώθησε να αποκλείσουν ένα μεγάλο μέρος των χειρογράφων της χυμείας του Νεύτωνα από την ανάλυση των αλχημικών (χρυσοποιητικών) αναζητήσεών του. Συνεπώς, παρήγαγαν μια εικόνα της «αλχημείας» του Νεύτωνα a priori στραμμένης στην κατεύθυνση της ζωτικοκρατίας, της μυστικότητας και της ατομικής σωτηρίας.

Η εργαστηριακή αναπαραγωγή

Ο αποφασιστικός παράγοντας που συμβάλλει στην επιτυχή έκβαση μιας τέτοιας έρευνας βρίσκεται βέβαια στο εργαστήριο. Τον περασμένο χρόνο ο Νόιμαν με τη βοήθεια της Κάθριν Ρεκ από το χημικό τμήμα του πανεπιστημίου της Ιντιάνα και της Λάουρα Αλεξάντερ, βοηθού εργαστηρίου, αναπαρήγαγε ένα μέρος από τις χυμικές διαδικασίες έχει και συσκευές του Νεύτωνα. Τα αποτελέσματα του πειραματισμού τους κινηματογραφήθηκαν από το BBC και το NOVA, που συνεργάζονται σε ένα ντοκυμαντέρ για τη ζωή του Νεύτωνα. Οι επιστήμονες ήταν σε θέση να αναδημιουργήσουν ορισμένους μεταλλικούς δενδρίτες, που διαμόρφωσαν πιθανώς την έμπνευση για το χειρόγραφο «Περί των Φανερών Νόμων και Φυσικών Διαδικασιών στην Βλάστηση» (μεταλλικά πυριτικά άλατα, καθώς επίσης και κρύσταλλοι αργύρου, που αυξάνονται σε διάλυμμα αργυρικού νιτρικού άλατος και του νιτρικού άλατος υδραργύρου), το άστρο Βασιλίσκος του αντιμόνιου (κρυσταλλική μορφή του αντιμονίου), και ένα πορφυρό κράμα χαλκού και αντιμονίου, που καλύπτεται με μια ενδιαφέρουσα δικτυωτή επιφάνεια. Οι επιστήμονες συνεχίζουν τα πειράματα, διεισδύοντας στις εργαστηριακές σημειώσεις του Νεύτωνα , παρόλο που οι συνθήκες -τουλάχιστον οι οικονομικές- δεν είναι και ιδιαίτερα ευχάριστες. Ελπίζουν, όμως, ότι όχι μόνο θα μπορούν να συνεχίσουν τον εργαστηριακό έλεγχο των χειρογράφων, αλλά και ότι θα αποκτήσουν και το λειτουργικό αντίγραφο ενός από τους μεταλλουργικούς κλίβανους του Νεύτωνα, από περιγραφές ενός άλλου χειρογράφου[15].

Οπωσδήποτε η εργαστηριακή αναπαραγωγή του αλχημικού έργου του Νεύτωνα είναι άκρως ενδιαφέρουσα και θα αναδείξει άγνωτες πτυχές της ιστορίας της επιστήμης στους αποκαλούμενους αιώνες του ορθού λόγου. Πέρα από όλα, όμως, θα πρέπει να αναλογιστούμε ότι στον επίλογο της έκδοσης του Principia o Νεύτων είχε παρατηρήσει: «Μια τυφλή μεταφυσική αναγκαιότητα, που είναι οπωσδήποτε η ίδια παντού και πάντοτε, δε θα μπορούσε να παράγει μια τέτοια ποικιλία πραγμάτων. Όλη αυτή η πολυμορφία των φυσικών πραγμάτων που συναντάμε σε διαφορετικούς καιρούς και τόπους, δε θα μπορούσε να προέρχεται παρά μόνο από τις ιδέες και τη βούληση ενός Όντος, που υπάρχει αναγκαία». Το ερώτημα που παραμένει είναι τι ακριβώς εννοούσε ο Νεύτων με την έννοια Ον, καθώς είναι γνωστή η επικριτική θέση του απέναντι στον Καθολικισμό, την πρώιμη εκκλησιαστική ιστορία της περιόδου 3ος-5ος αι. κατά την οποία θεωρεί ότι ο Χριστιανισμός έχασε τις βάσεις του και το δόγμα της Τριάδας. Θα πρέπει να περιμένουμε την πλήρη έκδοση των αλχημικών του κειμένων, προκειμένου να συνειδητοποιήσουμε γιατί ασχολήθηκε με τέτοια εμβρίθεια με την Αποκάλυψη του Ιωάννη και ιδέες όπως η πόρνη της Βαβυλώνας και τα κερασφόρα τέρατα. Ενασχόληση που σε πρώτη ανάγνωση φαίνεται και έχει καταχωρηθεί ως θεολογική, αλλά δίνει σαφώς το στίγμα το αλχημικού συμβολισμού.

Σημειώσεις-παραπομπές
[1] Χρησιμοποιούμε τον όρο «αλχημεία» εδώ για να περιλάβουμε όλα τα ενδιαφέροντα του Νεύτωνα που θα ταξινομούνταν σήμερα σήμερα υπό τον γενικό τίτλο «χημεία». Με άλλα λόγια θεωρούμε πως η αλχημεία δε διαχωρίζεται από τη χημεία, αντίθετα απ’ ό,τι υποστηρίζουν πολλοί ιστορικοί. Βλ. επίσης Karin Figala, «Die exakte Alchemie von Isaac Newton», στο Verhandlungen der Naturforschenden Gesellschaft in Basel 94 (1984): 157-227.
[2] Βλ. Marie Boas and A. Rupert Hall, «Newton’s Chemical Experiments», στο Archives internationales d’histoire des sciences, (1958): 113-152.
[3] Σύμφωνα με τον κατάλογο που συνέθεσαν οι Rob Iliffe, Peter Spargo και John T. Young. (στηριγμένο κυρίως στον κατάλογο πωλήσεων του Σόουθμπι του 1936), 18 από αυτά τα χειρόγραφα δεν υπολογίζονται έως σήμερα στη συνολική παραγωγή και αρκετά άλλα βρίσκονται πιθανώς στα χέρια ιδιωτών συλλεκτών Βλ. .
[4] John Maynard Keynes, «Newton the Man», στο Dobbs B.J.T., Foundations of Newton’s Alchemy, Cambridge University Press, (Cambridge:1975): 13.
[5] Βλ. William R. Newman. «Review of Dobbs, Janus Faces of Genius» στο Isis 84 (1993): 578-579.
[6] Βλ. Richard Westfall, Never at Rest: A Biography of Isaac Newton, Cambridge University Press, (Cambridge: 1980): 299-308, 527-529. [7] Βλ. William R. Newman, «Newton’s Clavis as Starkey’s Key» στο Isis 78(1987): 564-574. Η Ντομπς επίσης ισχυρίζεται ότι ο Νεύτωνας έγραψε ένα κείμενο με τίτλο Sendivogius Explained, (Ερμηνεία του Σεντιβόγκιου) το οποίο στην πραγματικότητα δεν γράφτηκε από τον Νεύτωνα, ούτε από τον Στάρκι, αλλά από
κάποιο ανώνυμο οπαδό του Στάρκι.
[8] Βλ. Figala, Harrison, and Petzoldt, «De scriptoribus chemicis: Sources for the Establishment of Isaac Newton’s (Al)chemical Library, in Harman and Shapiro», στο The Investigation of Difficult Things (Cambridge: Cambridge University Press, 1992): 135-179. [9] Βλ. William R. Newman, Gehennical Fire: The Lives of George Starkey, An American Alchemist in the Scientific Revolution, University of Chicago Press, (Chicago: 2003; first edition, 1994). Lawrence M. Principe, The Aspiring Adept: Robert Boyle and His Alchemical Quest, Princeton University Press, (Princeton: 1998). Newman and Principe, Alchemy Tried in the Fire: Starkey, Boyle, and the Fate of Helmontian Chymistry, University of Chicago Press, (Chicago: 2002).
[10] Principe, Aspiring Adept, 174-179.
[11] Newman, «Newton’s Clavis as Starkey’s Key», στο Isis 78(1987): 564-574.
[12] Newman and Principe, «Alchemy vs. Chemistry: The Etymological Origins of a Historiographic Mistake», στο Early Science and Medicine 3 (1998): 32-65. Επίσης, Principe and Newman, «Some Problems with the Historiography of Alchemy», στο William R. Newman and Anthony Grafton, Secrets of Nature: Astrology and Alchemy in Early Modern Europe (Cambridge, MA: MIT Press, 2001): 385-431.
[13] Dobbs, Foundations of Newton’s Alchemy, 25-35, για τις επιδράσεις του Γιουνγκ, 80-81, 121-125, 136, et passim για παραδείγματα διχοτόμησης αλχημείας και χημείας στο έργο της Ντομπς. Βλ. επίσης Westfall, Never at Rest, 281-286, 298-309.
[14] Πανεπιστήμιο του Καίμπριτζ, Επιπρόσθετα Χειρόγραφα, (MSS 3973 και 3975).
[15] Συλλογή Joseph Halle Schaffner στη βιβλιοθήκη του πανεπιστημίου του Chicago.

© 2006 Κ. Καλογερόπουλος